Σε σύνδεση τώρα

Έχουμε 19 επισκέπτες συνδεδεμένους
editos
Συντάχθηκε απο τον/την Administrator   
Πέμπτη, 09 Φεβρουάριος 2012 23:41

 

 

Hieronymus Bosch (Jerónimo Del Bosco), El Jardín de la Delicias (1480-1490), Museo Prado, Madrid

 

 

Το κακόηθες μελάνωμα

 

Σε παίρνει για ταξίδι μια σειρήνα

και μια πικρία μας ματώνει ανείπωτη.

Tη σκοτεινή σου μελετάμε πείνα

καχύποπτοι, ανύποποι και ύποπτοι.

 

Στην Πέργαμο και στη Μπαστιά,

δίδυμα πάνε φορτηγά

κι ένα ιπτάμενο δελφίνι

στον Πόρο και στη Σαντορίνη.

Τα ναύλα μου πώς ν' αγοράσω

τώρα που απόμεινα στον άσσο.

 

Στο μέτωπο τριγύρω στις ραβδώσεις

μια μύγα παίζει ως κορασίδα άπορη.

Οι φίλοι σ' επισκέπτονται με δόσεις

παράφοροι, ανυπόφοροι κι αδιάφοροι.

 

Στην Πέργαμο και στη Μπαστιά,

δίδυμα πάνε φορτηγά

κι ένα ιπτάμενο δελφίνι

στον Πόρο και στη Σαντορίνη.

Απόψε πρέπει να προφτάσω

γιατί αύριο θε να σε χάσω.

 

Ιωνικές κολώνες σε μαγκώνουν

και σου χαρίζουν τιμωρία άδικη.

Σ' αυτή την άσπρη πρέσσα δε γλιτώνουν

διάδικοι, υπόδικοι, κατάδικοι.

 

Στην Πέργαμο και στη Μπαστιά

δίδυμα πάνε φορτηγά

κι ένα ιπτάμενο δελφίνι

στον Πόρο και στη Σαντορίνη.

Τα ναύλα μου δε θα αγοράσω

γιατί απόμεινα στον άσσο.

 

Μέχρι να αρχίσεις, μέχρι να τελειώσεις

το πρόσωπό τους αποστρέψανε άφωνοι

οι φίλοι και γελούν στις συγκεντρώσεις

μεγάφωνοι, μικρόφωνοι, παράφωνοι.

 

Στην Πέργαμο και στη Μπαστιά

δίδυμα φτάνουν φορτηγά

κι ένα ιπτάμενο δελφίνι

στον Πόρο και στη Σαντορίνη.

Κι εγώ απόψε θα σε χάσω

και αύριο θα σε ξεχάσω.

 

 

(μνήμη Νίκου Πουλαντζά)

Στίχοι: Άλκης Αλκαίος

Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος

 

 

 

 

 

 

το θολωμένο σου μυαλό

 

 

Το βράδυ που άλλαζε ο χρόνος κοίταζα μια πόλη από ψηλά. Έτυχε και άλλες χρονιές, την ίδια στιγμή να κοιτάζω την ίδια πόλη κάπου στη μακεδονική ενδοχώρα - ψηλά βουνά και κρύο που κατεβαίνει από το βορρά, στέγες σπιτιών, φωταγωγημένοι δρόμοι, φωτεινά σημεία που υποψιαζόσουν ότι υπήρχε πλατεία ή ξέφωτο και στο βάθος τα χωριά του κάμπου. Τα μυστικά του βάλτου. Κάθε χρόνο την ώρα της αλλαγής του χρόνου πέφταν ντουφεκιές και πυροτεχνήματα – κάποιοι έβρισκαν πάντα το λόγο να γιορτάζουν.

 

Φέτος δεν είχε ντουφεκιές δεν είχε πυροτεχνήματα δεν είχε κόρνες και ολονύκτια ρεβεγιόν. Ο κόσμος δεν είχε διάθεση. Μόνο χειμώνας βαρύς, φόβος και αβεβαιότητα. Ούτε γιορτή ούτε σχόλη. Ένα γενικό μούδιασμα: Έξω βγαίνουν και συζητούν τα ίδια. Μέσα συζητούν και λένε τα ίδια. Κι όταν ονειρεύονται, πάλι τα ίδια ονειρεύονται. Δηλαδή τους εφιάλτες της επόμενης μέρας.

 

Ο κόσμος έχει θολώσει: κάθε βράδυ στα δελτία των ειδήσεων ολοκληρωτικές καταστροφές και μεταπυρηνικά τοπία, αναλύσεις ένθεν κακείθεν, επιχειρήματα, προβλέψεις, εικασίες, προφητείες, σεισμοί, λιμοί, λοιμοί, καταποντισμοί. Στο ίντερνετ γενικευμένος θόρυβος, λέξεις που ακροβατούν προσπαθώντας να περιγράψουν, αδάπανα ψηφία, τρελαμένα τρολ και άνθρωποι γνώριμοι μόνο σε μια κοινότητα, που ανοίγει τον υπολογιστή, έχει πρόσβαση, διαβάζει και ψάχνεται.

Ε και;

 

Κάθε δυο μήνες ένα καινούργιο ραντεβού με την καταστροφή. Είτε ως σκοπός είτε ως αποτέλεσμα, αυτό που μένει από όλη αυτή την τρέλα είναι η εξουθένωση: το Πλήθος περιμένει τη Λύση από τους Μεσσίες (όπου βλέπεις κεφαλαία στις λέξεις άρχιζε να φοβάσαι αυτόν που τις επινοεί – βλαμμένος είναι από αλήθειες που αυτός μόνο κατέχει). Τι καλό μπορείς να περιμένεις από όλα αυτά; 

Τα φοβισμένα πρόβατα γίνονται περισσότερο πρόβατα και περισσότερο φοβισμένα.

 

Δε γνωρίζω ποιο από τα δύο είναι χειρότερο: η κατάσταση του κοπαδιού ή ο φόβος. Το ένα που γίνεται προϋπόθεση για το άλλο. Σε κάθε περίπτωση αυτό που μένει ως τελικό αποτέλεσμα είναι η ήττα. Μια ήττα παντού: στα μάτια των ανθρώπων, στο γέλιο που λιγοστεύει, στις μαύρες σκέψεις της νύχτας, στην πολιτική, στις τσέπες που αδειάζουν, στην καλή ζωή, στο καλό των ανθρώπων.

Στο άδειο των δρόμων, των μαγαζιών, των βλεμμάτων.

 

Πώς στέκεται κανείς μπροστά σ’ αυτό που εμφανίζεται ως ήττα; Τώρα που καταρρέουν η μία μετά την άλλη οι αλαζονικές βεβαιότητες; Τώρα που η χώρα έγινε ένα ‘‘πεδίο βολής φτηνό που ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι’’; Μπροστά στις συνέπειες των πράξεων, εκείνων που έκανε, αλλά και προπάντων εκείνων που δεν έκανε; Τώρα που το πάρτι έλαβε τέλος και είτε ο ίδιος έλαβε μέρος (μέσα ή έξω από τα γραφεία βουλευτών, υπουργών, παραγόντων, πολιτικάντηδων, δεσποτάδων, δικηγόρων, δικαστών, τραπεζιτών, εφοριακών – αδιάφορο) είτε δε μετείχε πουθενά, δεν πήρε μέρος σε κανένα πάρτι, δε θέλησε να συγχρωτιστεί με τους ελληναράδες νεοέλληνες που κατέκλυσαν σαν αρρώστια τη χώρα, δεν ενθυλάκωσε λεφτά για τα βγάλει τώρα ως γνήσιος πατριώτης στη Ελβετία και τώρα καλείται να σφουγγαρίσει το ξερατό όσων εξέρχονται του πάρτι, να υπομείνει το δικό τους hangover με τέλη ακινήτων, εισφορές αλληλεγγύης (sic) και άλλα καραγκιοζιλίκια. (Η γλώσσα προδίδει, κυρίως από την γελοιότητα εκείνων που προσπαθούν να παρουσιάσουν το χοντρό τους σβέρκο ως βάση διανοητικής υπεροχής και εξακολουθεί βεβαίως να ισχύει ότι η αλήθεια είναι δείκτης τους εαυτού της).

 

Άσχετα με το αν το αποτέλεσμα είναι το ίδιο (όλοι φωνάζουν), δε φωνάζουν όλοι από την ίδια αφετηρία, για τους ίδιους λόγους, με τον ίδιο σκοπό: άλλοι ωρύονται γιατί απώλεσαν την προνομιακή τους σχέση με την εξουσία και το χρήμα και άλλοι γιατί, παρότι δε χόρεψαν ποτέ κομπαρσίτα με τα τσακάλια που κατέβηκαν από τα βουνά, δε συναγελάστηκαν ποτέ με τα υστερόβουλα βλαχαδερά που λυμαίνονταν επί δεκαετίες τη χώρα, τώρα καλούνται να γίνουν απόλυτα φτωχοί για να σωθεί (η χώρα).

Η χώρα των τσακαλιών που αλυχτούν στις νύχτες των δελτίων.

 

Πώς στέκεται κανείς μπροστά στην ερημία μιας κοινωνίας, που χάνει σιγά σιγά το φως της (το φως ως φωτεινότητα, χαρά, ελευθερία, θετική ανάγνωση της ζωής – ένα σταθερό ‘‘θα τα καταφέρουμε’’ σε αντίθεση με ένα επιδεικτικά αδιάφορο έως και μοιρολατρικό ‘‘έχει ο Θεός’’);

 

Το βέβαιο για την έλευση μιας καταστροφής είναι ο προηγούμενος πολλαπλασιασμός των πιστών της. Αργά και σταθερά επέρχεται η μετάσταση της ματαιότητας για τον κάθε αγώνα. Και η ήττα έρχεται σ’ αυτούς που δεν πίστεψαν ποτέ σε κανέναν αγώνα. Και για αρκετούς, η διαφαινόμενη καταστροφή είναι μια κάποια λύση. Αφού πρώτα διασφάλισαν τον εαυτό τους από τις συνέπειές της.

 

Αλλά κανένας αγώνας δεν έχει χαθεί μέχρι να συνειδητοποιήσεις ότι χάθηκε.

Θα μετρηθούμε από το αποτέλεσμα.

Από την εξέγερση ή τη συνέχεια της μελαγχολίας.

 

 

Κωνσταντίνος Ν. Καρεμφύλλης

 

 

 

from the edge of deep blue sea

 

 

 

 

 

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε.